Στον πολιτικό
δημοκρατισμό, οι έννοιες της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας συνυπάρχουν σε
αδιαχώριστη ενότητα χωρίς να αντιφάσκουν, διότι δεν είναι έννοιες
ανταγωνιστικές και αλληλοαναιρούμενες. Δημοκρατία χωρίς την υποταγή της
μειοψηφίας στην πλειοψηφία και χωρίς κυριαρχική, ηγεμονική ενότητα
πλειοψηφίας-μειοψηφίας πάνω στην γενική, συνεκτική πολιτική, που τις υπερβαίνει
σαν διακρίσεις και τις αντιμετωπίζει σαν ολότητα, δεν μπορεί να υπάρχει. Το
κόμμα αποτελείται από πολλές οργανώσεις οι οποίες συγκροτούν ένα ενιαίο σύνολο.
Η κάθε επιμέρους οργάνωση αποτελεί μέρος σε σχέση με το κόμμα. Η υποταγή των κατωτέρων οργάνων στα ανώτερα όργανα είναι διαλεκτικά η υποταγή
του μέρους στο όλο. Χωρίς την εφαρμογή αυτής της αρχής, το κόμμα αποτελεί
μονάχα ένα άθροισμα θελήσεων ενάντια στη γενική κατεύθυνση, και δεν μπορεί να
υπάρχει γενική κατεύθυνση και καθοδήγηση αν δεν υπάρχει ενιαίο κέντρο
καθοδήγησης, η μετατροπή δηλαδή του κύρους των ιδεών και της θέλησης των μελών
σε κύρος του ενιαίου κέντρου καθοδήγησης. Το ενιαίο κέντρο καθοδήγησης (η
Κεντρική Επιτροπή) δεν εκφράζει συμβατικά το άθροισμα των θελήσεων των μελών
που το απαρτίζουν, αλλά εκφράζει την ηγεμονία των ιδεών και τη θέληση των μελών
μέσα στο κόμμα. Εκλέγεται και καθοδηγείται από το ανώτερο όργανο του κόμματος,
που είναι το Συνέδριο, όπου και λογοδοτεί. Η
συγκεντροποίηση της καθοδήγησης του κόμματος προϋποθέτει ταυτόχρονα και
την αποκέντρωση μέσα στο κόμμα στο ζήτημα της ευθύνης απέναντι σε αυτό
το κέντρο και στο ζήτημα της ενημέρωσής του για όλες τις επιμέρους
οργανώσεις του κόμματος.
Το
κοινό της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας πρέπει να είναι η κοσμοθεωρία
της εργατικής τάξης, οι στρατηγικοί και τελικοί στόχοι της. Οι διαφορές,
όταν αυτές υπάρχουν, πρέπει να ανάγονται μόνο στις κατευθύνσεις για το
πώς θα επιτευχθούν καλύτερα οι στόχοι της εργατικής τάξης. Η μειοψηφία
είναι ασυμβίβαστο να υπάρχει μέσα στο κόμμα όταν πιστεύει σε διαφορετική
κοσμοθεωρία και προτείνει στόχους ξένους προς τα συμφέροντα της
εργατικής τάξης. Συνεπώς, η υποταγή της μειοψηφίας στην πλειοψηφία αφορά
την ενότητα δράσης για τους κοινούς στόχους της εργατικής τάξης και δεν
έχει καμμιά σχέση με την καταπίεσή της από την πλειοψηφία. Η πάλη των
αποχρώσεων μέσα στο κόμμα είναι αναπόφευκτα αναγκαία όσο δεν οδηγεί στην
αναρχία και στη διάσπαση, όσο διεξάγεται πειθαρχημένα και δημοκρατικά
στα πλαίσια που έχουν εγκριθεί από όλους μαζί τους συντρόφους και τα
μέλη του κόμματος. Η πράξη και η δράση θα επιβεβαιώνει ή όχι τη σωστή
κατεύθυνση και τις τυχόν ελλείψεις της.
Τέλος, η θεσμική λειτουργία ενός επαναστατικού κόμματος οφείλει να είναι όμοια ("κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν") με τις θεσμικές αρχές του πολιτεύματος της κοινωνίας που οραματίζεται.
Σχόλιο 4:
(του Αντ. Π. Χάλαρη)
Με την κατάρρευση των καθεστώτων του λεγόμενου "υπαρκτού σοσιαλισμού", οι ιδεολογικοί και πολιτικοί εκπρόσωποι της αστικής τάξης σ' όλο τον κόσμο κορύφωσαν τις επιθέσεις τους ενάντια στον επιστημονικό σοσιαλισμό, αναπόσπαστο τμήμα του οποίου είναι οι αρχές συγκρότησης και λειτουργίας του κόμματος της εργατικής τάξης.
Η συκοφαντική εκστρατεία της αστικής τάξης σ' όλο τον κόσμο, να πείσει πως η αποτυχία των καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης είναι η έμπρακτη αποτυχία του επιστημονικού σοσιαλισμού, της εργατικής τάξης και του κόμματός της, έχει πάρει διαστάσεις που όμοιά της δεν γνώρισε ποτέ ο κόσμος.
Η βαθειά ανησυχία τους από την ανάμνηση της Παρισινής Κομμούνας και της Οκτωβριανής Επανάστασης, που αποδεικνύουν την ιστορική δυνατότητα της κατάληψης της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη και την οικοδόμηση της αταξικής κοινωνίας, δεν μπορεί να συγκαλυφθεί ούτε από χίλιους Φουκουγιάμα μαζί, όσο κι αν επαγγέλονται το "τέλος της ανθρώπινης ιστορίας".
Μπορεί, ακόμα και ο μεγαλύτερος ταχυδακτυλουργός του κόσμου, να πείσει τους εργαζόμενους του χεριού και του πνεύματος στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης ότι δεν ήταν μισθωτοί εργάτες και ότι δεν πληρώνονταν με μισθό, χρονομίσθιο ή με το κομμάτι;
Μπορεί, κάποιος μαρξιστής, που δεν είναι απατεώνας, να ισχυριστεί πως μια χώρα είναι σοσιαλιστική, όταν το σύστημα της μισθωτής εργασίας και η μισθωτή εργασία είναι καθεστώς, αφού, κατά τον μαρξισμό, μια χώρα γίνεται σοσιαλιστική μόνο όταν έχει καταργηθεί το σύστημα της μισθωτής εργασίας, το εμπόρευμα εργατική δύναμη, ο μισθωτός εργάτης και η αμοιβή γίνεται όχι με τη σχέση μισθού, αλλά με τη σχέση της νομοτέλειας του σοσιαλισμού: "από τον καθένα ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με την ποιότητα και την ποσότητα της προσφοράς του";
Μπορεί άραγε η δημαγωγία να πείσει τον συνεπή μαρξιστή πως αυτό που κατέρρευσε στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης είχε, έστω και ελάχιστη, σχέση με τον πραγματοποιημένο μαρξισμό και τους στόχους της Οκτωβριανής Επανάστασης;
Τί αποδεικνύει άραγε η ιστορική αλήθεια της κατάρρευσης των καθεστώτων των χωρών του ονομαζόμενου "υπαρκτού σοσιαλισμού", αν δεν αποδεικνύει πως όσο κι αν ονομάστηκαν "σοσιαλιστικές" οι χώρες αυτές, εκείνο που απέτυχε ήταν το σύστημα της μισθωτής εργασίας, ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής;
Όσο κι αν οι ιδεολογικοί και πολιτικοί εκπρόσωποι της αστικής τάξης όλου του κόσμου ονομάζουν τα καθεστώτα που κατέρρευσαν στην Ανατολική Ευρώπη υλοποιημένο "επιστημονικό σοσιαλισμό" για να ευνουχίσουν την εργατική τάξη από την επαναστατική κοσμοθεωρία της, αυτό που κατορθώνουν είναι να κάνουν την εργατική τάξη και τους συνεπείς μαρξιστές σ' όλο τον κόσμο να ενσκήπτουν ακόμα περισσότερο πάνω στην κοσμοθεωρία του επαναστατικού μαρξισμού, να επεξεργάζονται κριτικά τις ήδη ανακαλυμμένες αλήθειες του, να τις εμπλουτίζουν δημιουργικά, να τις κοινωνικοποιούν, να τις καθιστούν πράξη, στοιχείο συντονισμού και επαναστατικής καθοδήγησης και δράσης.
Να γιατί το ΑΚΕΠ έχει την πεποίθηση πως η κατάρρευση των καθεστώτων που ονομάστηκαν "σοσιαλιστικά", όχι μόνο δεν αποτελεί οπισθοδρόμηση, πλήγμα στην ιστορική εξέλιξη, στον επιστημονικό σοσιαλισμό, στο κόμμα της εργατικής τάξης, αλλά, αντίθετα, αποτελεί πλήγμα ενάντια στη σύγχυση που είχαν προκαλέσει στην εργατική τάξη και στους λαούς όλου του κόσμου τα αντιδραστικά, εκμεταλλευτικά, καπιταλιστικά καθεστώτα των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης.
Να γιατί το ΑΚΕΠ δεν πείθεται από την συκοφαντική δυσφήμιση ενάντια στον επιστημονικό σοσιαλισμό και επιμένει πως η ανακαλυμμένη αλήθεια για την αναγκαιότητα ύπαρξης του κόμματος της εργατικής τάξης και τη βασική αρχή συγκρότησης και λειτουργίας του, τον πολιτικό δημοκρατισμό, είναι πολύ πιο σπουδαία, πρωτότυπη και επίκαιρη από τις προτάσεις διαφόρων διανοούμενων της Αριστεράς για το κόμμα και τον τρόπο οργάνωσής του.
Να γιατί το ΑΚΕΠ πιστεύει πως μόνο όταν ένα κόμμα της εργατικής τάξης είναι συγκροτημένο σύμφωνα με τις αρχές του επιστημονικού σοσιαλισμού μπορεί να οδηγήσει σε ενότητα και συνοχή την ατομική συνείδηση των μελών του και πολύ περισσότερο να διευκολύνει να εκφράσει πολιτικο-ιδεολογικά τη συνολική συνείδηση της τάξης, να συντονίσει τον πολιτικό, ιδεολογικό και οικονομικό αγώνα της τάξης και να την καταστήσει από τάξη "καθ' εαυτό" σε τάξη "δι' εαυτόν".
Ο αυθόρμητος και ο συνειδητός αγώνας της εργατικής τάξης
Η κυριαρχία του καπιταλισμού (σύστημα της μισθωτής εργασίας) δημιούργησε στους μισθοσυντήρητους του χεριού και του πνεύματος κοινή θέση και κοινά συμφέροντα. Και τούτο διότι το κεφάλαιο, σαν ολότητα και αφαίρεση, στο προτσές της αξιοποίησής του, αντιμετωπίζει την εργασία σαν ολότητα και αφαίρεση, σαν μισθωτή εργασία. Έτσι, οι μισθοσυντήρητοι του χεριού και του πνεύματος αποτελούν μια τάξη που στέκεται αντίκρυ στο κεφάλαιο και αγωνίζεται αδιάλειπτα, πότε αυθόρμητα και πότε συνειδητά, ενάντια στην κυριαρχία του.
Ο αυθόρμητος αγώνας των μισθοσυντήρητων ενάντια στο κεφάλαιο και την αστική τάξη διεξάγεται κυρίως από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις της τάξης, είναι αγώνας που καθορίζεται από τα αντικειμενικά προτσές της οικονομικής κίνησης, στηρίζεται στο νόμο της αξίας, είναι αγώνας απαραίτητος μεν, αλλά μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού (σύστημα της μισθωτής εργασίας), μέσα στα πλαίσια της τάξης "καθ' εαυτό", ακόμα και όταν ξεπερνάει τη συντεχνιακή συγκρότηση που αναλογεί στην ιδιαίτερη μορφή αξιοποίησης του κεφάλαιου και γενικεύεται σε αγώνα ομοσπονδιών, συνομοσπονδιών σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Δηλαδή, ο συνδικαλιστικός αγώνας για το μεροκάματο, τη μείωση των ωρών εργασίας, τη βελτίωση των συνθηκών δουλειάς κλπ., ο τόσο απαραίτητος αγώνας για τη συνοχή και μη λουμπενοποίηση των μισθοσυντήρητων, υπολείπεται κατά πολύ από τον πολιτικό αγώνα, που στοχεύει στην κατάληψη της πολιτικής εξουσίας, την κατάργηση του συστήματος της μισθωτής εργασίας και την οικονομική χειραφέτηση της εργατικής τάξης. Ο Φρ. Ένγκελς για το ίδιο θέμα αναφέρει: "Αν θεωρήσουμε σαν εργατικό κόμμα τα συνδικάτα και τις απεργιακές ενώσεις που αγωνίζονται αποκλειστικά, όπως τα αγγλικά συνδικάτα, για ένα μεγάλο μισθό και μια μείωση του χρόνου εργασίας, μα όμως γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια το κίνημα, τότε φτιάχνουμε ένα κόμμα για τη διατήρηση της μισθωτής εργασίας και όχι για την κατάργησή της".
Επίσης, οι μισθοσυντήρητοι, για να αντιμετωπίσουν τις κοινωνικές συνέπειες του καπιταλισμού (σύστημα της μισθωτής εργασίας), εκτός από τα συνδικάτα έχουν συγκροτήσει μια σειρά οργανώσεις: νεολαιίστικες, γυναικείες, οικολογικές κλπ. Όλες αυτές οι οργανώσεις προωθούν μέσα από διάφορες μορφές πάλης τις ιδιαιτερότητες κύρια της συγκρότησής τους.
Παλεύουν ενάντια στις επιμέρους αρνητικές συνέπειες του καπιταλισμού (σύστημα της μισθωτής εργασίας) και όχι ενάντια στις αιτίες που τις δημιουργούν. Γι' αυτό οι επιμέρους αρνητικές συνέπειες δεν μπορούν να ξεπεραστούν αν ο αγώνας των οργανώσεων αυτών και των επιμέρους κινημάτων δεν συνδεθεί με ένα ευρύτερο αγώνα ενάντια στις αιτίες που γεννούν αυτές τις αρνητικές συνέπειες, με ένα αγώνα για την επίτευξη του τελικού σκοπού, της χειραφέτησης της εργατικής τάξης από τα δεσμά του κεφάλαιου. Οι παραπάνω οργανώσεις από τον χαρακτήρα τους, τη σύνθεσή τους, το θεωρητικό και πολιτικό τους επίπεδο, την αναπόφευκτη στενότητά τους κλπ., δεν είναι σε θέση να μπουν επικεφαλής ενός τέτοιου αγώνα.
(Βλέπε Σχόλιο 2)
Το κόμμα ανώτερη μορφή οργάνωσης της τάξης
Σύμφωνα με τις αρχές του επιστημονικού σοσιαλισμού, το κόμμα της εργατικής τάξης είναι το πιο πρωτοπόρο και συνειδητό τμήμα της εργατικής τάξης, η ανώτερη μορφή οργάνωσής της. Η εργατική τάξη από την άποψη της κοινωνικής της θέσης είναι ομοιογενής. Από την άποψη όμως της σύνθεσής της, του επιπέδου της ταξικής συνειδητότητας, της πολιτικής ωριμότητας και δραστηριότητας, της πολιτικής ανάπτυξης κλπ., είναι ανομοιογενής. Η διαφορά ανάμεσα στην πρωτοπορία και όλη την υπόλοιπη μάζα της εργατικής τάξης είναι αναπόφευκτη. Η πρωτοπορία αποδεχόμενη την αυθεντία του διαλεκτικού υλισμού, του ιστορικού υλισμού, της μαρξιστικής Πολιτικής Οικονομίας και του επιστημονικού σοσιαλισμού, είναι σε θέση να διεξάγει τον πολιτικό και ιδεολογικό αγώνα και να βοηθήσει την εργατική τάξη να αποκτήσει συνείδηση, δηλαδή να κατανοήσει τη σχέση της με την αστική τάξη, τα πολιτικά της κόμματα και το κράτος της.
Ο Β.Ι. Λένιν αναφερόμενος στην οργάνωση έλεγε: "Η λέξη "οργάνωση" χρησιμοποιείται συνήθως με δυο έννοιες, με την πλατιά και με τη στενή έννοια. Με τη στενή της έννοια σημαίνει ένα χωριστό πυρήνα μιας, έστω και στο ελάχιστο, διαμορφωμένης ανθρώπινης κοινότητας. Με την πλατιά της έννοια σημαίνει άθροισμα τέτοιων πυρήνων, ενωμένων σε ένα σύνολο. Λόγου χάρη, ο στρατός, ο στόλος, το κράτος αποτελούν ταυτόχρονα και άθροισμα οργανώσεων (με τη στενή έννοια της λέξης) και ποικιλίες της κοινωνικής οργάνωσης (με την πλατιά έννοια της λέξης). Η διεύθυνση παιδείας είναι οργάνωση (με την πλατιά έννοια της λέξης) και αποτελείται από μια σειρά οργανώσεις (με τη στενή έννοια της λέξης). Κατά τον ίδιο τρόπο και το κόμμα είναι οργάνωση, πρέπει να είναι οργάνωση (με την πλατιά έννοια της λέξης), ταυτόχρονα, το κόμμα πρέπει να αποτελείται από ολόκληρη σειρά διαφόρων οργανώσεων (με τη στενή έννοια της λέξης)".
Το κόμμα της εργατικής τάξης, που είναι οργάνωση με την πλατιά έννοια της λέξης, μπορεί να διεξάγει αποτελεσματικά τον πολιτικό αγώνα της τάξης μόνο όταν έχει συγκροτηθεί και λειτουργεί με την αρχή του πολιτικού δημοκρατισμού. (Βλέπε Σχόλιο 3)
Ο Αντ. Γκράμσι πάνω στο ζήτημα του πολιτικού δημοκρατισμού (δημοκρ. συγκεντρ.) αναφέρει: "...είναι μια επιτελικότητα (ένας συγκεντρ.) σε κίνηση, δηλαδή μια αδιάκοπη προσαρμογή της οργάνωσης στην πραγματική κίνηση, ένας συγκερασμός των παρακινήσεων από τα κάτω με την εντολή από τα πάνω, μια αδιάκοπη καταχώρηση των στοιχείων που βλασταίνουν μέσα από το βάθος της μάζας, μέσα στο στέρεο πλαίσιο του μηχανισμού της διεύθυνσης που εξασφαλίζει τη συνέχεια και την κανονική συσσώρευση των εμπειριών, είναι "οργανικός", γιατί παίρνει υπ' όψιν του την κίνηση που είναι ο οργανικός τρόπος που φανερώνεται η ιστορική πραγματικότητα και δεν αποστεώνεται μηχανικά μέσα στην γραφειοκρατία και, ταυτόχρονα, παίρνει υπ' όψιν του αυτό που είναι σχετικά σταθερό και μόνιμο, ή τουλάχιστον κινείται προς μια κατεύθυνση που εύκολα μπορείς να προβλέψεις κλπ... Στα κόμματα που εκπροσωπούν ομάδες κοινωνικά υποτελείς, το στοιχείο της σταθερότητας είναι αναγκαίο για να εξασφαλίσει την ηγεμονία όχι σε προνομιούχες ομάδες αλλά στα προοδευτικά στοιχεία, που είναι με οργανικό τρόπο προοδευτικά σε σύγκριση με άλλες δυνάμεις συγγενικές και συμμαχικές, αλλά μικτές και ταλαντευόμενες".
Στον πολιτικό δημοκρατισμό, η δημοκρατία εκφράζεται:
α) στην εκλογή όλων των καθοδηγητικών οργάνων από κάτω μέχρι επάνω
β) στη συλλογικότητα της δράσης και τη συλλογικότητα της καθοδήγησης
γ) στην εκπροσώπηση των κομματικών οργανώσεων στις Συνδιασκέψεις και τα Συνέδρια ανάλογα με τον αριθμό των μελών τους. Η εκπροσώπηση είναι εκπροσώπηση απόψεων. Κάθε άποψη εκπροσωπείται ανεξάρτητα από το αν συγκεντρώνει την απαραίτητη αριθμητική υποστήριξη μελών και ψηφίζει στη βάση του αριθμού των μελών που την υποστηρίζουν. Οι αντιπρόσωποι των οργανώσεων μεταφέρουν σε Συνδιασκέψεις, Συνέδρια κλπ. τις απόψεις και αποφάσεις εκείνων που τους εξέλεξαν και μόνον αυτές.
δ) στην περιοδική λογοδοσία των κομματικών οργάνων εμπρός στις οργανώσεις που τα εξέλεξαν, στην κριτική και αυτοκριτική
ε) στην υποταγή της μειοψηφίας στη θέληση της πλειοψηφίας
στ) στα ίσα δικαιώματα του κάθε μέλους του κόμματος
ζ) στην ύπαρξη ενιαίου καθοδηγητικού κέντρου
η) στη συνειδητή πειθαρχία
θ) στην υποχρεωτική εφαρμογή των αποφάσεων των ανώτερων οργάνων από τα κατώτερα
ι) στις υποχρεώσεις των μελών του κόμματος.
Η έννοια της πρωτοπορίας
Ένα θέμα σαν και αυτό που πραγματευόμαστε προφανώς είναι αδύνατο να εξαντληθεί μέσα στον περιορισμένο χώρο ενός σχολίου. Θα ήταν όμως παράλειψη αν δεν διευκρινίσουμε πως όταν ο επιστημονικός σοσιαλισμός αναφέρεται στην έννοια της πρωτοπορίας στην ιστορική της πλευρά, πχ όταν αναφέρεται στην πρωτοπόρα κοινωνική τάξη ή όταν αναφέρεται στο κόμμα σαν πρωτοπόρο τμήμα της, δεν αντιμετωπίζει τις πρωτοπορίες σαν αποτέλεσμα κάποιας αιώνιας διαίρεσης του ανθρώπινου είδους σε κυβερνήτες και κυβερνόμενους, διευθυντές και διευθυνόμενους. Αυτή την αντίληψη την υιοθετούν οι ιδεολογικοί και πολιτικοί εκπρόσωποι της κυρίαρχης τάξης. Ο επιστημονικός σοσιαλισμός θέτει το ερώτημα: θέλουμε να υπάρχουν πάντοτε κυβερνήτες και κυβερνόμενοι ή να θέλουμε να δημιουργήσουμε τους όρους ώστε η διαίρεση αυτή να εξαφανιστεί; Ο επιστημονικός σοσιαλισμός θεωρεί σημερινή κοινωνική και ιστορική πρωτοπορία, όχι τους κυρίαρχους, την αστική τάξη, αλλά τους κυριαρχούμενους, την εργατική τάξη, που από τη θέση της στον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας είναι η μόνη τάξη που έχει τη δυνατότητα να καταργήσει κάθε διάκριση, κάθε εκμετάλλευση, κάθε ταξικό διαχωρισμό.
Σχόλιο 5:
(του Αντ. Π. Χάλαρη)
Ηγεμονική
δύναμη είναι η αναγκαία υποκειμενική συνθήκη, το αναγκαίο διαλεκτικό
μέτρο (ποιοτικό ποσόν) για τη σύσταση του επαναστατικού κόμματος.
Ηγεμονική δύναμη ή συλλογικός διανοούμενος ονομάζεται το
πολιτικό υποκείμενο όταν επαληθεύεται στο εσωτερικό του μια ιεράρχηση κύρους
και διανοητικής ικανότητας, που μπορεί να αποκορυφωθεί μόνον εάν μπορεί να
αναβιώσει συγκεκριμένα τις απαιτήσεις ενός ταξικά διαρθρωμένου λαού, και συνεπώς
να πετύχει να επεξεργαστεί μορφικά το συλλογικό πιστεύω κατά τον πιο συναφή
τρόπο και κατάλληλο για τους τρόπους σκέψης των κοινωνικών ομάδων και
κατηγοριών του πληθυσμού που εκπροσωπεί. Η
συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας συμμετοχής κοινωνικών ομάδων και ατόμων σε
μία επαναστατική ηγεμονική δύναμη (δηλαδή πολιτική συνείδηση) είναι η πρώτη
φάση για μία ανώτερη και προοδευτική αυτοσυνείδηση, όπου θεωρία και πρακτική
τελικά ενοποιούνται (Γκράμσι).
Η
ύπαρξη ηγεμονικής πολιτικής δύναμης ικανής να ασκεί επαναστατική πολιτική, που
είναι η αναγκαία συνθήκη για να συγκροτηθεί κίνημα με ποιοτικά χαρακτηριστικά
ικανά να υλοποιήσουν το σημερινό σκοπό του αγώνα, είναι ο στρατηγικός σκοπός του ΑΚΕΠ.
Ο σημερινός
σκοπός του αγώνα και ο στρατηγικός σκοπός του ΑΚΕΠ βρίσκονται σε αδιαχώριστη
διαλεκτική ενότητα και καθορίζουν κάθε τακτική πολιτική ενέργεια του κόμματος.
Η
πολιτική διαδικασία-προτσές για τη δημιουργία του ριζοσπαστικού κινήματος
εξουσίας συγκροτεί την ηγεμονική πολιτική δύναμη και την
καθιστά ικανή να ασκεί επαναστατική πολιτική.